Το μεγάλο ταμπού σήμερα. Ενώ η Κρίση του 2008 ξεκίνησε, και συνεχίζεται, στον τραπεζικό τομέα, όλοι μιλάνε για αυτήν σαν να αφορά αποκλειστικά το δημόσιο χρέος και κανείς δεν τολμά να αναφερθεί στην πραγματική πηγή της Κρίσης, που είναι οι τράπεζες (οι οποίες αναφέρονται μόνο ως πιθανά θύματα μιας αναδιάρθρωσης του χρέους).
Γενικότερα, οι τραπεζικές κρίσεις οφείλονται σε κάτι απλό. Τα τραπεζικά κέρδη είναι αντιστρόφως ανάλογα με τα χρήματα που κρατούν οι τράπεζες στα ταμεία τους. Όσο πιο πολλά από τα διαθέσιμα κεφάλαια δανείσουν (με spread (περιθώριο), μεταξύ του επιτοκίου δανεισμού από το επιτόκιο που καταβάλλει η ίδια η τράπεζα είτε στους καταθέτες είτε σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα για να δανειστεί) τόσο πιο μεγάλα κέρδη αποκομίζουν. Ιδανικά, οι τράπεζες θα ήθελαν να κρατούν στα ταμεία τους ίσα-ίσα όσα τραβούν οι πελάτες από τους λογαριασμούς τους. Έτσι όμως γίνονται επιρρεπείς σε μια τραπεζική κρίση. Αν, π.χ., πολλοί πελάτες θελήσουν να τραβήξουν τα χρήματά τους ταυτόχρονα, τότε η τράπεζα στερεύει από χρήματα. Για αυτόν τον λόγο οι τράπεζες έχουν αναπτύξει τη διατραπεζική αγορά, δανείζοντας η μία την άλλη (πολλές φορές για μία μόνο μέρα) πόσα που τους καλύπτουν τις ανάγκες σε ρευστότητα (liquidity). Το πρόβλημα βέβαια είναι ότι η διατραπεζική αγορά παύει να λειτουργεί όταν προκύψει ο φόβος πως κάποια τράπεζα μπορεί να αντιμετωπίζει όχι απλώς πρόβλημα ρευστότητας (liquidity) αλλά έλλειψης φερεγγυότητας (insolvency). Π.χ. όταν μια σειρά από δάνεια που έχει δώσει καταρρέουν, καθώς οι δανειζόμενοι πτωχεύουν (π.χ. οι Ισπανοί και Ιρλανδοί εργολάβοι ή ιδιοκτήτες σπιτιών με στεγαστικά δάνεια σε μια συγκυρία, σαν τη σημερινή, που οι τιμές των ακινήτων μειώνονται δραστικά). Ένας άλλος λόγος που καταρρέει η διατραπεζική αγορά είναι ότι οι τράπεζες επενδύουν σε ομόλογα και άλλους χάρτινους τίτλους που κάποια στιγμή μπορεί να απαξιωθούν, όπως συνέβη πριν από το 2008 που γέμισαν τα βιβλία τους με δομημένα παράγωγα και ομόλογα κρατών όπως το δικό μας. Όταν η αξία αυτών των χαρτιών εξαφανίζεται, τότε η διατραπεζική αγορά παγώνει, κάτι που συνέβη το 2008 και ονομάστηκε credit crunch. Σε αυτήν την περίπτωση, το μόνο που μπορεί να σταματήσει το κλείσιμο των τραπεζών είναι το Δημόσιο, το οποίο ξάφνου (από ανάξιο και διεφθαρμένο) μετατρέπεται στον σωτήρα των τραπεζών. Εδώ και έναν αιώνα, η Κεντρική Τράπεζα κάθε χώρας εξασφαλίζει ρευστότητα (liquidity) στις ιδιωτικές τράπεζες λειτουργώντας ως δανειστής ύστατης ανάγκης (lender of last resort). Στη διάρκεια της Κρίσης του 2008, και όσων συμβαίνουν από τότε, η τραπεζική κρίση ήταν τόσο βαθιά που η βοήθεια της Κεντρικής Τράπεζα δεν έφτανε. Έτσι τα κράτη δανείστηκαν πακτωλούς χρημάτων που τα έδωσαν στον τραπεζικό τομέα για να ορθοποδήσει. Κι όταν ο πτωχευμένος τραπεζικός τομέας ξεπέρασε το πρώτο σοκ – και ένιωσε ότι θα επιβιώσει- άρχισε και πάλι τα ίδια, χωρίς μάλιστα να διστάσει να λέει στις κυβερνήσεις, με έντονο ύφος, ότι πρέπει να επιβάλει όλο και μεγαλύτερη λιτότητα στους… φορολογούμενους (που τις διέσωσαν). Μ’ αυτά και μ’ αυτά, η Κρίση του 2008 οδήγησε σε ένα καθεστώς: την Πτωχοτραπεζοκρατία (Bandkruptocracy).